Σελίδες

Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2017

ΝΟΜΟΙ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ


Η Ισχύς των νόμων στο Βυζάντιο

Σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, παρά του ότι   ο αυτοκράτορας ήταν η πηγή όλων των νόμων, ο νόμος ήταν πάντα  ανώτερος από τον  βυζαντινό αυτοκράτορα.   Οι βυζαντινοί αυτοκράτορες  διατείνονταν  ότι ο νόμος είναι ο σοφός κυβερνήτης της πολιτείας!



Θεοδοσιανός    και  Ιουστινιάνειος κώδικας

«Ο Θεοδοσιανός Κώδικας» αποτελείται από δεκαέξι βιβλία  με τίτλους,  που αφορούν κυρίως στο ιδιωτικό, στρατιωτικό, ποινικό και εκκλησιαστικό δίκαιο. Παρουσιάζει ατέλειες, αλλά  μαζί με τις «Νεαρές» που εκδόθηκαν μετά το 438 ,  χρησιμοποιήθηκε μέχρι τη νέα κωδικοποίηση στα χρόνια του Ιουστινιανού Α' (527-565) ως μέσο απονομής δικαίου. «Ο Θεοδοσιανός κώδικας»  είναι σημαντικό   επίτευγμα του Θεοδοσίου Β', και  σπουδαία πηγή για τη μελέτη των κοινωνικών συνθηκών της εποχής. repository.kallipos.gr._Istoria_Dikaiou.pdf

 Ο Θεοδόσιος κωδικοποίησε τις  διοικητικές περιφέρειες του κράτους, και άμβλυνε όσο το δυνατόν  αντιθέσεις.  Θεώρησε ανάγκη  να εκσυγχρονίσει τις προϋπάρχουσες  διατάξεις ,για να  εξαλείψει   τη χαώδη   κατάσταση στο Βυζάντιο, από εχθρούς και μη Χριστιανούς.

Η νομοθεσία του  Ιουστινιανού  ενστερνίστηκε  τον ρωμαϊκό ορισμό του 3ου μ. Χ αιώνα, ότι ο αυτοκράτωρ εξαιρείται  των νόμων (Πανδέκτες 1.331). Καθιέρωσε τον ηγεμόνα ως παντοδύναμο, και τον εξουσιοδότησε  με το  δικαίωμα να νομοθετεί, αλλά  και ν  ακυρώνει νόμους. Καθιέρωσε  πως  ότι επιτάσσει  ο αυτοκράτωρ έχει ισχύ νόμου. Διακήρυξε  ότι ο αυτοκράτωρ  έχει ορισθεί  από τον ίδιο τον Θεό να κυβερνάει την αυτοκρατορία  ως έμψυχος νόμος (Νεαρά 105 του Ιουστινιανού)   και αυτές οι αρχές ίσχυσαν και αργότερα. Στην ιουστινιάνεια νομοθεσία χαρακτηριστική είναι η φράση «είμεθα απαλλαγμένοι των νόμων, εν τούτοις όμως συμμορφωνόμαστε με αυτούς». Μέχρι τις μέρες μας,  η μεθοδική  κωδικοποίηση και  ο συγχρονισμός   του ρωμαϊκού  δικαίου από τον Ιουστινιανό ,  θεωρείται μοναδικό επίτευγμα. Ο στόχος του Ιουστινιανού ήταν  να περιορίσει  τον τεράστιο όγκο των νόμων που είχαν συσσωρευτεί από την εποχή της Δωδεκαδέλτου (451/450 π.Χ), και ν’ αφαιρέσει  τις υπάρχουσες  επαναλήψεις, αντιφάσεις, ασάφειες, και  απηρχαιωμένες  διατάξεις. Η νομοθετική διάταξη του Ιουστινιανού   άρχισε αμέσως μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης του κράτους, και περιλαμβάνει τέσσερα μεγάλα έργα. Τον Κώδικα (529) , τους Πανδέκτες (533) , τις εισηγήσεις (533) και τις Νεαρές (534-565).( Χ. Γάσπαρης κ.α: 53-54)

Ο Ιουστινιανός  περιόρισε  την απόλυτη πατριαρχία   στην οικογένεια .  Η νομοθεσία του διευκόλυνε την απελευθέρωση των δούλων. Περιέλαβε   ευνοϊκές διατάξεις για την κηδεμονία των παιδιών απτις  μητέρες,  και  η προίκα τους σε περίπτωση θανάτου  τους,  νομοθέτησε  να μεταβιβάζεται στους δικούς τους, και όχι στο σύζυγο, εκτός αν  είχαν κάνει ειδική συμφωνία.  Οι νόμοι αυτοί  δημιουργήθηκαν  σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες  «άδικες» κοινωνικές   συνθήκες  που επικρατούσαν, καθώς και με την επιρροή του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού, που επιβαλλόταν  μέσω των αναθεωρήσεων,  και εκδηλωνόταν  με  το Ρωμαϊκό Δίκαιο. Κύριος στόχος της θρησκευτικής πολιτικής του Ιουστινιανού υπήρξε  η καθιέρωση  του ορθόδοξου δόγματος σε όλη την αυτοκρατορία, αφού καταδίκασε τις αιρέσεις, και αφού  έλαβε   αυστηρά μέτρα κατά των αιρετικών. Το έργο του αποτέλεσε τη βάση για όλες τις μετέπειτα εξελίξεις ,τόσο στη Βυζαντινή αυτοκρατορία, όσο και σε πολλά δυτικά ευρωπαϊκά κράτη, που υιοθέτησαν τους νόμους του Ιουστινιανού ως βάση για το αστικό δίκαιό τους.
https://repository.kallipos.gr/bitstream/Istoria_Dikaiou.pdf

Ο Ιουστινιανός   ανέλαβε τεράστιο έργο,  έκανε ιδιαίτερους συγκερασμούς   στον  κώδικά του, με όλους τους αυτοκρατορικούς  νόμους μέχρι την εποχή του.  Θεώρησε αναγκαιότητα   για το κράτος, την επικράτηση  του  Χριστιανισμού, για ν αμβλύνει τις εχθροπραξίες που υπήρχαν έντονες κατά του Βυζαντίου με τον εκχριστιανισμό. Μετέβαλε νομικά τη θέση της γυναίκας-μητέρας, για την αναβάθμιση της βυζαντινής  κοινωνίας.

 Η νομοθεσία του Λέοντος  Γ΄

Κατά τον 8ο αιώνα ο αυτοκράτωρ Λέων ο Γ΄ (της Ισαυρικής δυναστείας ), θέσπισε την «Εκλογή των Νόμων», η οποία ήταν μία σύντομη περίληψη του Corpus Iuris Civilis, προσαρμοσμένη  στις ανάγκες της εποχής του. Είχε ως  πρώτο πλάνο  τη χριστιανική φιλανθρωπία, αλλά διατήρησε  ορισμένες ποινές   σκληρές,  επηρεασμένες από αραβικές επιρροές.  Ανανέωσε εκ βαθέων  το νομικό σύστημα, και έθεσε μια νέα βάση δικαίου, διαφορετική  από τον ιουστινιάνειο κώδικα. Η «Εκλογή»  ενίσχυσε το θεσμό της οικογένειας και τη θέση της γυναίκας, απαγόρευσε την παλλακεία, διευκόλυνε τους γάμους ετεροδόξων, εξίσωσε πλουσίους και πτωχούς στο ποινικό σύστημα, ενώ αφαίρεσε  τη  θανατική ποινή, αντικαθιστώντας την  με ακρωτηριασμούς. Με τον «Γεωργικό νόμο» προστάτεψε  τους μικροϊδιοκτήτες από τα συμφέροντα των  μεγαλοκτηματιών. Η έκδοση της «Εκλογής των Νόμων» από τον εικονομάχο αυτοκράτορα Λέοντα Γ ΄ είναι  ένα  σημαντικό βήμα στην  εξέλιξη του βυζαντινού δικαίου.  Είναι  ένας κώδικας των βασικών κοινωνικών κανόνων,  για την καθημερινή ζωή  του αστικού, του οικογενειακού, και του κληρονομικού δικαίου. Ο σκοπός του κώδικα αυτού  ήταν μια   στροφή προς τη φιλανθρωπία, και καταπολέμηση της διαφθοράς. Οι μωσαϊκοί νόμοι περιγράφουν την «Εκλογή» ως τον πρώτο χριστιανικό κώδικα νόμων.( Χ. Γάσπαρης κ.α:55)Με διαταγή του  Λέοντος  κωδικοποιήθηκαν οι νόμοι στα 60 βιβλία των «Βασιλικών»,  που  αναφέρονται στο Δημόσιο, Εκκλησιαστικό, Αστικό, και Ποινικό Δίκαιο. Το 912 εκδόθηκε το «Επαρχικόν Βιβλίον», το οποίο  είναι  κανονισμοί για την οργάνωση της βιοτεχνίας και του εμπορίου στην Πρωτεύουσα.el.wikipedia.org      

Πέραν των στρατιωτικών του επιτευγμάτων  ο Λέων Γ’  , έμεινε στην ιστορία κυρίως για τη θρησκευτική του πολιτική. Το 726 εγκαινίασε την Εικονομαχία, τη μεγάλη διαμάχη που αναστάτωσε  τον ανατολικό χριστιανισμό και την αυτοκρατορία. Επηρεασμένος από τις ανεικονικές αντιλήψεις της Ανατολής (μουσουλμάνους, εβραίους, αιρέσεις),επιθυμώντας να περιορίσει την επιρροή της  Εκκλησίας, και να εμποδίσει  τις υπερβολές που διαφαίνονταν,  απαγόρευσε τη λατρεία των εικόνων,  κάτι το οποίο επέφερε διχασμό , μέχρι να επέλθει ισορροπία.

Το νομοθετικό  έργο των Μακεδόνων

Το νομοθετικό έργο των Μακεδόνων εστιάστηκε  στην  αντικατάσταση της «Εκλογής»και στην επαναφορά της ιουστινιάνειας  νομοθεσίας, όχι όμως  στην αρχική της μορφή, αλλά με μια   διασκευή ,προσαρμοσμένη στη  νέα  κοσμοθεωρία. Η συνάρτηση αυτή διαφαίνεται  στα «Βασιλικά», και δηλώνει ότι σε περίπτωση νομικού κενού το οποίο δεν μπορεί ν αντιμετωπιστεί ,θα πρέπει να εφαρμόζεται το ρωμαϊκό(παραδοσιακό) δίκαιο. ( Χ. Γάσπαρης κ.α:56)Σκοπός της  νομοθεσίας  των Μακεδόνων, ήταν  να γίνει μια εκκαθάριση και  μια αναπροσαρμογή των νόμων στις  οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής τους, για  να λύσουν τα κοινωνικά και οικονομικά  προβλήματα που υπήρχαν σε μεγάλο βαθμό.  Οι Μακεδόνες νομοθέτησαν  μια υποβάθμιση των οικονομικά  δυνατότερων,   για να φέρουν  μιας μορφής  ισότητα, που είναι  χαρακτηριστικό γνώρισμα της περιόδου.

 Νομοθεσίες στο Βυζάντιο μετά τον 10ο  αιώνα έως το 1453

 Στην εποχή μετά τον 10ο  αιώνα,  ανήκουν  πολλά συλλεκτικά ,ερμηνευτικά , και  νομοθετικά έργα,  καθώς και διδακτικά εγχειρίδια και μονογραφίες που στηρίζονται στα «Βασιλικά» όπως  η «Μεγάλη Σύνοψις» , ο « Τιπούκειτος»   τέλος του 11ου  αιώνα, που  είναι ένα αναλυτικό ευρετήριο της μεγάλης κωδικοποίησης,  και η «Ecloga Basilicorum Librorarum IX» μια  ευρεία  επιλογή των δέκα πρώτων βιβλίων των «Βασιλικών». Αυτά   συντελέστηκαν  στα χρόνια της βασιλείας του Ιωάννη Κομνηνού.  Στα ερμηνευτικά    όλα τα σχόλια  των «Βασιλικών»  έγιναν  απτον Ιωάννη Ξιφιλίνο  στα  μέσα του 11ου  αιώνα. Η «Σύνοψις των νόμων» του διανοούμενου και πολιτικού Μιχαήλ Ψελλού,  περιείχε νομικές έννοιες καθώς και το νομικό  πόνημα  του δικαστή Μιχαήλ  Ατταλειάτη, ένα  εύχρηστο  συνοπτικό  βοήθημα των «Βασιλικών» Τα «Βασιλικά»  παρέμειναν η βασική νομική πηγή για όλους ( Χ. Γάσπαρης κ.α:57).Τους επόμενους  αιώνες   στις  νομοθεσίες  των αυτοκρατόρων,  μεγάλος είναι ο αριθμός των «Νεαρών» που ανάγονται στην εποχή των Κομνηνών, με  τις οποίες ρυθμίζονται    θέματα εκκλησιαστικά. Από το β’ μισό του 12ου  αιώνα  και έπειτα, γενικεύεται η έκδοση νόμων γενικού περιεχομένου  με τη μορφή  Χρυσόβουλων λόγων ,οι οποίοι   χρησίμευαν μόνο για την παροχή σημαντικών προνομίων  από τον  αυτοκράτορα.

Το έργο του διακεκριμένου νομομαθούς και ειδικού του εκκλησιαστικού δικαίου Θεοδώρου Βαλσάμωνα, στα χρόνια του Μανουήλ  Κομνηνού,  αφορούσε ουσιαστικά στην εκκαθάριση τόσο των κανόνων της Εκκλησίας, όσο και άλλων διατάξεων σύμφωνα με το πνεύμα των «Βασιλικών».Η νομοθετική δραστηριότητα κατά τη βυζαντινή περίοδο παρουσιάζει μια μονομέρεια, και σχετίζεται με  εκκλησιαστικά θέματα και θεσμούς του δημοσίου δικαίου,  όπως η απονομή δικαιοσύνης  και η οργάνωση δικαστηρίων. Γενικά η νομική φιλολογική παραγωγή,  βρίσκεται σε παρακμή κατά την τελευταία  περίοδο της  Βυζαντινής αυτοκρατορίας

Το σημαντικότερο νομικό συλλεκτικό έργο της περιόδου είναι η «Εξάβιβλος» του Κωνσταντίνου  Αρμενόπουλου η οποία οφείλει τ’ όνομά της στο γεγονός ότι  αποτελείται  από έξι βιβλία. Σε αυτά υπάρχει  ταξινομημένο  όλο  το   αστικό  και ποινικό δίκαιο,  ενώ εμπεριέχονται και  παραρτήματα , τα οποία αναφέρονται σε διάφορες ρυθμίσεις, που  δεν μπορούσαν να  ενταχτούν σε κατηγορία   με βάση το περιεχόμενο τους.  Ένα σχόλιο υπάρχει στην «Εξάβιβλο»  του Αρμενόπουλου, ότι τον Ιανουάριο του 1345, χρειάστηκε  έρευνα για να βρεθούν σε ολόκληρη την Κωνσταντινούπολη μερικά αντίγραφα του «Πρόχειρου Νόμου», και ένα  αντίγραφο μιας μεγαλύτερης συλλογής. Θεωρείται λοιπόν ό,τι η λύση των διαφορών  κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο  βασιζόταν σε όποιο νομικό κείμενο βρισκόταν στα χέρια των δικαστών η  των διαδίκων.  Μέσα στην «Εξάβιβλο» τονιζόταν  η  κοινωνική ανάγκη  που υπήρχε για τις μεταρρυθμίσεις και τις αλλαγές των υπαρχόντων νόμων, στο συνεχώς μεταβαλλόμενο κοινωνικό περιβάλλον. Επεσήμανε  το κενό  στη νομοθετική δραστηριότητα και τη νομική  επιστήμη που  επικρατούσε   την τελευταία  βυζαντινή περίοδο  από το 1204 μέχρι το 1453, σαν επακόλουθο  των συνθηκών και  των δύσκολων καταστάσεων  που προέκυψαν στην   αυτοκρατορία.Μέσα στα χρόνια που ακολουθούν  της λεγόμενης Παλαιολόγειας Αναγέννησης,  ο τομέας του δικαίου  εμφανίζει επίσης  περιορισμένη ανάπτυξη. ( Χ. Γάσπαρης κ.α:59)

 

Η στάση και τα συναισθήματα των φιλελλήνων κατά την Ελληνική Επανάσταση

Η στάση και τα συναισθήματα  των φιλελλήνων κατά την Ελληνική Επανάσταση
Γεγονότα όπως οι σφαγές της Χίου αρχές του 1822, η έξοδος του Μεσολογγίου (Άνοιξη του 1826),  διαδόθηκαν με γρήγορους ρυθμούς, και τονίστηκαν σε όλη την Ευρώπη , προκαλώντας παράλληλα συγκίνηση, αλλά  και τη συμπάθεια των Ευρωπαίων για τους Έλληνες. Το 1825 ήταν πλέον σαφές ότι το ελληνικό ζήτημα απασχολούσε έντονα την Ευρώπη, η οποία  επιθυμούσε να συμβάλλει στη λύση του  προβλήματος. Το καλοκαίρι του 1825, παράγοντες της Πελοποννήσου (  Κολοκοτρώνης, Ζαΐμης, Δεληγιάννης κ.α) συνέταξαν ένα κείμενο που ζητούσε από την αγγλική κυβέρνηση, να πάρει υπό την προστασία της στην Ελλάδα. Το κείμενο υιοθετήθηκε λίγο αργότερα από την κυβέρνηση, και έγινε γνωστό ως πράξη υποταγής. Ο Κάνιγκ δεν αντέδρασε άμεσα, ικανοποιημένος όμως από το κύρος που η Αγγλία είχε αποκτήσει  στην Ελλάδα, ξεκίνησε διπλωματικές  επαφές για να δημιουργήσει τη διεθνή συγκυρία, μέσα στην οποία θα μπορούσε να επωφεληθεί απ  αυτή την επιρροή. Δυο διάσημοι  Βρετανοί επαγγελματίες στρατιωτικοί  ο Τζωρτζ και ο Κόχραν, ανέλαβαν τη στρατιωτική ισχύ της επανάστασης, γεγονός που ικανοποίησε τους Έλληνες. Το μεγάλο βήμα  προς τη διπλωματική λύση έγινε μέσα στο 1825 όταν με πρωτοβουλία του Κάνιγκ η Αγγλία προσέγγισε τη  Ρωσία στην προσπάθεια αναζήτησης λύσης για το ελληνικό ζήτημα. Τον Απρίλιο του 1826  συμφωνήθηκε επίσημα  το πρωτόκολλο της Πετρούπολης ,ένα σχέδιο επίλυσης του  ελληνικού  ζητήματος. Όπως διαπιστώθηκε,  ο φιλελληνισμός  υπήρξε σημαντική συνιστώσα των ευρωπαϊκών πολιτικών εξελίξεων, γιατί μέσα απ αυτό εκφράστηκαν πολλά ριζοσπαστικά κινήματα με κορύφωση το κίνημα του ρομαντισμού.  Ο Λόρδος Βύρων και η συναρπαστική του σχέση με την ελληνική επανάσταση, αποτέλεσε το επιστέγασμα αυτών των εξελίξεων. Η Αγγλία και η Ρωσία άνοιξαν τον δρόμο για τη  λύση, αλλά υπήρξε μια  ταυτόχρονη αδυναμία της ευρωπαϊκής διπλωματίας  για το ελληνικό ζήτημα 
Την Ελλάδα αγάπησαν  επί πλέον από μακριά ο Shelley και ο keats  κορυφαίοι ποιητές του αγγλικού ρομαντισμού. Ο πρώτος έξοχος μεταφραστής έργων κλασσικής γραμματείας, όταν έμαθε για την προκήρυξη της επανάστασης  από τον Υψηλάντη,  συνέθεσε το λυρικό του δράμα Hellas 1821.Αν και θαυμαστής της γοτθικής αρχιτεκτονικής , μας έδωσε την περιγραφή των εντυπώσεών του απτην Ακρόπολη. << Η Αθήνα η Ακρόπολη και  τα ερείπια του Παρθενώνα χρωματίζονταν απτις ωραιότερες αποχρώσεις του άνθους της  ροδακινιάς,τα γλυπτά του Φειδία χτυπημένα ορίζονται από μια χρυσή ικτίδα, ζωντάνευαν και έμοιαζαν να κινούνται επάνω στο μάρμαρο από την κινητικότητα των σκιών του ανάγλυφου>> Επίσης καταδίκασε τον ΄ Ελγιν που ακρωτηρίασε αδικαιολόγητα τον Παρθενώνα (Τουρκινιώτης, 1994)Ο Lamartine χαρακτήρισε τον Παρθενώνα << ως  τύπο μοναδικό και αποκλειστικό του ωραίου,  στις τέχνες  της αρχιτεκτονικής και της γλυπτικής, ένα είδος της θειας  αποκάλυψης του ιδεώδους κάλους, την οποία δέχτηκε μια μέρα ένας λαός κατ΄ εξοχήν καλλιτέχνης, και τη μεταβίβασε στους μεταγενέστερους κομμάτια ακατάλυτου μαρμάρου και σε γλυπτά που θα ζήσουν για πάντα. Το τελειότερο ποίημα που γράφτηκε ποτέ με πέτρα στην επιφάνεια της γης>> Ανάμεσα στους δυο φιλέλληνες,   ο διασημότερος ρομαντικός επισκέπτης της Ακρόπολης στάθηκε ο Λόρδος Bύρων  
Ο Λόρδος Βύρων έρχεται στην Ελλάδα και αντικρίζει την Ακρόπολη
Ο φιλέλληνας ποιητής όταν ανέβηκε στην Ακρόπολη, είχε συγκινηθεί από τους ιστορικούς συνειρμούς  που του ανακαλούσε  αυτή η επίσκεψη, παρά τόσο  από την ομορφιά του ιδίου του τοπίου. Όπως έχει αναφερθεί  η  Αγγλία  πήρε αποστάσεις από την ιερά συμμαχία ,απέναντι στο απελευθερωτικό  κίνημα των ελλήνων. Η αλλαγή οφειλόταν κυρίως στην πολιτική του Κάνιγκ υπουργού Εξωτερικών από τον Οκτώβριο του 1822. Η αγγλική κυβέρνηση όχι μόνο δεν  εμπόδισε ,αλλά υποστήριξε  τα δάνεια,  και τις κινήσεις των φιλελλήνων  και εδικά του Λόρδου Βύρωνα. Ο Λόρδος Βύρων  είχε δώσει ένα τόνο με το ταξίδι του στην Ελλάδα το 1809, και διακήρυσσε ότι  σε αυτό το μέρος  υπήρχε κάτι που τον έκανε ευτυχισμένο. Διαπίστωσε αντικειμενικά   ότι λόγω της  σκλαβιάς τους και της καταπίεσής που υφίσταντο οι Έλληνες, είχαν μερικά ελαττώματα. Όμως ο τόπος τους, ήταν αυτός που ενέπνεε τη δύναμη.Εδώ στην πέτρα τη βαριά, τώρα ας καθίσω μόνος  σε  μαρμαρένιο  και  άσειστον  ακόμα στυλοβάτη»
Η σύγκριση ανάμεσα στην ένδοξη αρχαιότητα και στον υπόδουλο ελληνισμό προκαλεί στον ποιητή συναισθήματα νοσταλγίας, λύπης και οργής. Το έργο αυτό επηρέασε τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς και συνέβαλε στην ενίσχυση του φιλελληνισμού, που τόσο βοήθησε την ελληνική επανάσταση. Ο Λόρδος Βύρων όταν είχε επισκεφτεί  νέος ακόμη  την Ελλάδα,  εκτός από την αγάπη και  το προσκύνημα στη γη των κλασικών, θεώρησε το ταξίδι  του ως ένα βάπτισμα στο συναίσθημα και τα μυστήρια της Ανατολής, όπως τα είχε στη σκέψη του  ένας Άγγλος ρομαντικός με το επίπεδο και την εμβέλεια  του Βύρωνα. Ο ίδιος έλεγε ότι ήταν ο μόνος τόπος της ζωής του, μέσα στον οποίο  γνώριζε την ευτυχία, και φυσικά τον συγκινούσε η επανάσταση, και ήθελε να συμμετάσχει ενεργά, και να προσφέρει με την  υλική και συναισθηματική του βοήθεια.( Μαργαρίτης  κ.α, )Μετά την επίσκεψή  του στην Ακρόπολη , ο Βύρων  δυσανασχετεί  για την ιεροσυλία που διέπραξε ο  ΄Ελγιν, συνειδητοποιώντας την κατάσταση. Όπως λέει ο ο Roderick Beaton, ο πλέον πρόσφατος βιογράφος του: «Ο Μπάιρον φαντάζεται ολόκληρη την Αθήνα ως λήκυθο, τόπο ενταφιασμού τού από καιρό νεκρού πολιτισμού της αρχαίας Ελλάδας: ''Κατοικία των θεών που οι βωμοί τους έχουν πια σβήσει''. Η ρημαγμένη όψη των αρχαίων ναών φαίνεται ότι για τον ποιητή αποδεικνύει πως καμιά θρησκεία δεν μπορεί να προσφέρει ανακούφιση και, πολύ περισσότερο, προστασία από την αμφιβολία για τον θάνατο. Στην ποιητική του φαντασία, το κρανίο, σύμβολο του θανάτου, και τα λευκασμένα κελύφη των αρχαίων μαρμάρινων ναών ισοδυναμούν - το καθένα με τον τρόπο του είναι προσωρινό ενδιαίτημα της θεϊκής σπίθας της ζωής».Ο Βύρων αλλάζει  θεώρηση για την Ελλάδα, επηρεασμένος πλέον από τον μεγάλο βρετανό ποιητή της εποχής του, τον Σέλλεϋ που γράφει  «Είναι η Ελλάδα και τα θεμέλιά της  χτισμένα κάτω απ' την παλίρροια του πολέμου στηριγμένα στην κρυστάλλινη θάλασσα  της σκέψης και της αιωνιότητάς της». Όλα αυτά ταυτιζουν τη ψυχή του Βύρωνα με την έννοια της αρχαιοελληνικής αιωνιότητα»
Δεν ήταν  μόνο η μορφή γραμμάτων  η επανάσταση  στους τόπους του αρχαίου κλασσικού  μεγαλείου  που τον συνεπήρε και τον επηρέασε  συναισθηματικά. Το ενδιαφέρον του Βύρωνα για την Ελλάδα  εκδηλώθηκε έντονα και έμπρακτα  το 1823 όταν η  φιλελληνική επιτροπή του Λονδίνου ζήτησε την εκπροσώπησή της στην Ελλάδα. Μαζί με τους ακολούθους του εγκαταστάθηκε στην Κεφαλονιά   τον Ιούλιο του 1823. Ο Τόπος εγκατάστασής του στο χωριό Μεταξάτα,  μετετράπη αμέσως  σε ένα διπλωματικό ,οικονομικό ,και πολιτικό κέντρο με αντικείμενο  τον αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας. Η όλη του υπόσταση  και το συναίσθημά του, στήριξε τη δραστηριότητά του. Οι Έλληνες αγωνιστές  Μαυροκορδάτος, Κολοκοτρώνης,  προσπάθησαν να τον  συναντήσουν για να  τους υποστηρίξει στον αγώνα. Παράλληλα προσπάθησαν  και μέσω άλλων  συνδυασμών  να οδηγήσουν την  επανάσταση στη μεγάλη επιτυχία.Ο Βύρων μετέβη  στο Μεσολόγγι τα Χριστούγεννα του 1823, όπου  με τον ερχομό του προκάλεσε συγκίνηση και ενθουσιασμό. Εκεί  άρχισε  τα φιλόδοξα σχέδιά του  με την οικονομική ενίσχυση  που προσέφερε  και από την ίδια την  περιουσία του. Με όλη αυτή τη φιλελληνική  στάση του  έγινε διαχειριστής  του αγγλικού δανείου.Ο Βύρων δυστυχώς πέθανε  στις 7/4/1824, επηρεάζοντας  την ακτινοβολία και τη δυναμική της ελληνικής επανάστασης. Δεν πρόλαβε όμως  τους εμφυλίους  πολέμους που ξέσπασαν με αιτία  τις λίρες του  δανείουΟ φιλέλληνας λόγιος  ποιητής  πεθαίνοντας   είχε τη συναίσθηση ότι άφησε μια σημαντική  παρακαταθήκη, και μ αυτό δεν εννοούσε τη ποίησή του  η οποία είχε διεθνή φήμη και απήχηση,   αλλά την πολιτική πραγματικότητα που διαμορφώθηκε για την Ελλάδα  και στην οποία  συνέβαλε καθοριστικά. http://www.tovima.gr/books-ideas/article/