Σελίδες

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2025

ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ Ψ. ΠΡΟΣΕΧΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ, ΑΝ ΕΧΟΥΝ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ

 

Ο κοινός παράγοντας ψυχοπαθολογίας ψ

Ο παράγοντας ψυχοπαθολογίας ψ αναφέρεται σε μια γενική λανθάνουσα διάσταση, η οποία περιλαμβάνει την προδιάθεση για όλες τις διαστάσεις της ψυχοπαθολογίας (εσωτερικευμένα, εξωτερικευμένα και άλλα προβλήματα).

Κατά συνέπεια, αντίκειται στην τάση εστίασης στις διαφορές μεταξύ των κλινικών οντοτήτων, η οποία διέπει τα διαγνωστικά συστήματα (Ronald, 2019). Η μελέτη του ξεκίνησε από την παρατήρηση ότι υπάρχει υψηλή συννοσηρότητα στην ψυχοπαθολογία ενηλίκων αλλά και παιδιών και εφήβων (Allegrini et al., 2020), και έχει λάβει ισχυρή ερευνητική τεκμηρίωση (Ronald, 2019). Τα τελευταία χρόνια υπάρχει αυξανόμενο ερευνητικό ενδιαφέρον για τη μελέτη του παράγοντα ψ, τόσο σε ενηλίκους όσο και σε παιδιά και εφήβους (Ronald, 2019).

Φαίνεται ότι από τα πρώτα χρόνια της ζωής οι βασικοί τομείς ψυχοπαθολογίας (εσωτερικευμένα και εξωτερικευμένα προβλήματα και προβλήματα προσοχής) τείνουν να εμπίπτουν σε έναν 87 καθολικό παράγοντα (Miller et al., 2019).

Στη σχολική ηλικία, επίσης, εντοπίζεται ένας κοινός παράγοντας ψυχοπαθολογίας, ο οποίος σε μεγάλο βαθμό φαίνεται να παραμένει σταθερός στον χρόνο, να έχει κληρονομική βάση και να συνεισφέρει στην πρόβλεψη της εμφάνισης τόσο των ειδικών διαταραχών όσο και της γενικής ψυχοπαθολογίας σε μετέπειτα αναπτυξιακές φάσεις (Sallis et al., 2019).

Η τεκμηρίωση του παράγοντα ψ είναι σχετικά σύγχρονη και χρειάζεται προσοχή, τόσο ως προς το πώς ερμηνεύουμε τον παράγοντα αυτόν όσο και ως προς το πώς αυτά τα νέα δεδομένα πρόκειται να επηρεάσουν το σκεπτικό της διάγνωσης και της θεραπευτικής παρέμβασης. Η ύπαρξη ενός γενικού παράγοντα δεν υποδεικνύει ότι υπάρχουν μόνο κοινά στοιχεία στις διαταραχές, ούτε ότι δεν απαιτούνται εξειδικευμένες παρεμβάσεις ανά διαταραχή (Ronald, 2019).

Η προσέγγιση των βιολογικών δεικτών Τα δύο βασικά ταξινομικά συστήματα έχουν συμβάλει στην εξέλιξη της έρευνας για την νευροβιολογία των ψυχικών διαταραχών, παρέχοντας ένα κοινό σύστημα κατάταξης και επικοινωνίας, που επιτρέπει τη διεξαγωγή ερευνών βασισμένων σε έναν κοινό κώδικα (Stein et al., 2013).

Ωστόσο, φαίνεται ότι το πλήθος ερευνητικών δεδομένων που έχουν προκύψει από τις πολυάριθμες πλέον μελέτες βιολογικών δεικτών (π.χ. γενετικές, βασισμένες σε μεθόδους απεικόνισης του εγκεφάλου κ.ά.) δεν παρουσιάζει άμεση σύνδεση με τις κατηγορίες ψυχοπαθολογίας (Stein, Lund, & Nesse, 2013). Μια ομάδα προσεγγίσεων της ψυχοπαθολογίας δίνει έμφαση στη βιολογική βάση των διαταραχών και σε κριτήρια διάκρισης που βασίζονται σε βιολογικούς δείκτες. Η προσέγγιση αυτή στοχεύει περισσότερο στην κατανόηση της φύσης της ψυχοπαθολογίας και λιγότερο στην κλινική πράξη (Gaebel et al., 2020). Για παράδειγμα, η πρόταση των Κριτηρίων του Ερευνητικού Τομέα του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας (National Institute of Mental Health’s Research Domain Criteria - RDoC) παρέχει ένα σύστημα που εκπροσωπεί μια νέα προσέγγιση στην κατανόηση της ψυχοπαθολογίας.

Η προσέγγιση αυτή αποκαλείται «αντίστροφη νοσολογία» και, σύμφωνα με αυτή, οι διάφορες διαγνωστικές κατηγορίες διαφοροποιούνται με βάση τα βιολογικά χαρακτηριστικά τους (π.χ. γενετικοί, νευροχημικοί και νευροφυσιολογικοί παράγοντες), ανεξαρτήτως της έκδηλης συμπτωματολογίας τους (Gaebel et al., 2020).

Ενώ συνεισφέρει σημαντικά στην κατανόηση της φύσης της ψυχοπαθολογίας, η αντίστροφη νοσολογία απέχει από το να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο στην κλινική πράξη, καθώς βασίζεται σε ένα περίπλοκο σύστημα κατανόησης, ενώ ο βαθμός εξειδίκευσης και ευαισθησίας που διαθέτει είναι υπό αμφισβήτηση (Gaebel et al., 2020· Stein et al., 2013).


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου