Κοσμολογία-Φύση. Η αρμονία του σύμπαντος κόσμου.
Η αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως διανόηση και τρόπος σκέψης ξεκινά από τη στιγμή που ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως σκεπτόμενο όν με συνείδηση του κόσμου. Το ζήτημα της δημιουργίας του κόσμου και της αρχής του χρόνου και της ιστορίας απασχόλησε τον άνθρωπο από αρχαιοτάτων χρόνων .
Οι πρώτοι φιλόσοφοι της Ιωνικής σχολής, Θαλής, Αναξίμανδρος και Αναξιμένης ασχολήθηκαν με τα θέματα αυτά και προσπάθησαν να κατανοήσουν την λειτουργία και την διαδικασία που ακολουθεί ο χρόνος εντός της φύσης.
Ο καθένας από αυτούς τους διανοητές με την κοσμοθεωρία που ανέπτυξε θέλησε να προσδιορίσει την οντολογική αρχή και να ερμηνεύσει την βάση της σύστασης του κόσμου. Οι Ίωνες φιλόσοφοι για πρώτη φορά κατορθώνουν να ξεχωρίσουν το «φυσικό» από το «υπερφυσικό».
Αντιλαμβάνονται τον κόσμο ως ένα οργανωμένο σύστημα με δικούς του νόμους. Η δημιουργία κάθε όντος υπάγεται σε μία αιτιοκρατική διαδικασία. Με τον ορθολογικό τρόπο σκέψης τους θέτουν μία τομή ανάμεσα σε αυτούς και στον «μύθο» και ανακαλύπτουν την φύση, καλλιεργώντας την αντίληψη ότι πρόκειται για ένα αρμονικό σύστημα.
Ο Θαλής ο Μιλήσιος αναγνωρίζει πρώτος ότι «πρεσβύτατον των όντων ο Θεός» Ως πανεπιστήμων θέλησε να εκφράσει μία αρμονική φιλοσοφική αντίληψη για τον κόσμο, η βάση του οποίου γι’ αυτόν ήταν η ύλη και συγκεκριμένα το νερό. Είναι ο πρώτος που κάνει λόγο για μία μοναδική ουσία του σύμπαντος, πεπεισμένος πως η ύλη διαθέτει ζωή
Επιπλέον είναι ο πρώτος που αντιλαμβάνεται την ενότητα του είναι και θεωρεί ότι το πιο σοφό πράγμα είναι ο χρόνος, γιατί αποκαλύπτει τα πάντα.
Για τον Αναξίμανδρο, η πρωταρχική ουσία ή αλλιώς «αΐδιος κίνησις» και αρχή όλων των όντων είναι το άπειρον, το οποίο συνιστά μία αιώνια πραγματικότητα εν αντιθέσει με την ύλη6 . Σύμφωνα με την κοσμοθεωρία του, τα πάντα δημιουργούνται και καταλήγουν στο άπειρο. Ως βασική ουσία του σύμπαντος όρισε το νερό. Ο Αναξιμένης μιλά για την αθανασία της ψυχής, ανάγοντας την οντολογική βάση της στον αέρα, ο οποίος είναι κατά την εκτίμησή του η άπειρη ουσία. Τον ταυτίζει με το πνεύμα που περιβάλλει όλο τον κόσμο και θεωρεί ότι είναι ο απόλυτος υπαρξιακός παράγων, καθώς χωρίς την παρουσία του δεν υφίσταται ζωή 7 . Η οπτική αυτή, καθαρά αιτιοκρατική, συνδέει τον αέρα με μία συνεχή κίνηση, σύμφωνα με την οποία τα πάντα δημιουργούνται και φθείρονται ασταμάτητα, σε μία αδιάκοπη ιστορία που επαναλαμβάνεται διαρκώς και όπου ο χρόνος έχει ρόλο λειτουργικό στην διαδικασία της συνεχούς ανακύκλησης του σύμπαντος και των όντων. Ακολούθως, ο Πυθαγόρας θέτει την βάση της ιστορίας στην ηθική κάθαρση και προσδίδει στο σύμπαν το χαρακτηριστικό της αρμονίας, ενώ παράλληλα αντιμετωπίζει την ύλη και το σώμα ως φυλακή της ψυχής. Μάλιστα υποστηρίζει τις συνεχείς μετεμψυχώσεις της ψυχής και την δυνατότητά της να έχει αναμνήσεις από τις προηγούμενες ζωές, ενώ συγχρόνως την ανάγει στον κόσμο των θεών, όπου κάποτε ζούσε ελεύθερη και καθαρή. Τέλος, καθορίζει τον κόσμο ως μία άλλη πραγματικότητα, η οποία είναι η απεικόνιση των αριθμών 8 . Οι Πυθαγόρειοι γενικά θεωρούσαν ότι η αρχή, που συνάμα διαμορφώνει και το σύμπαν, είναι ο αριθμός. Πρόκειται για το σταθερό στοιχείο, το οποίο δίνει συνοχή στην πολυπλοκότητα των σχέσεων που αναπτύσσονται εντός του κόσμου9 . Στη συνέχεια, ο Ηράκλειτος βλέπει την ιστορία του ανθρώπου ως διαρκή μεταβολή, η οποία είναι εντέλει η αιτία της ύπαρξης. Διακρίνει ως οντολογική αρχή την αιώνια φωτιά, μέσα από την οποία εναλλάσσονται συνεχώς η γένεση και φθορά.
Κατά την διδασκαλία του, η έννοια της τάξης είναι κάτι αναμφισβήτητο, βάσει του οποίου η ειμαρμένη, δηλαδή η αναπότρεπτη μοίρα, κυριαρχεί στον κόσμο και καθορίζει τη ροή των γεγονότων, τα οποία με τη σειρά τους διέπονται από συνεχή αλλαγή. Τίποτα δε μένει σταθερό.
Όλα κινούνται σε μία κυκλική πορεία. Η έννοια της δικαιοσύνης εντός της νομοτέλειας που διέπει τον κόσμο είναι ο παράγων που εξασφαλίζει την παλίντονο αρμονία που συγκρατεί τα πάντα.
Για τον Ηράκλειτο η συνεχής αλλαγή που συντελείται στο περιβάλλον στηρίζεται σε απαράβατους νόμους και συγχρόνως κάθε στοιχείο αλληλεπιδρά αμοιβαίως με κάποιο άλλο. Επιπλέον, η αρμονία πραγματώνεται μέσα από τον πόλεμο των αντιτιθέμενων στοιχείων, καθώς στη σκέψη του φιλοσόφου η αντίθεση πραγματώνει το γίγνεσθαι
Αντίθετα με την συνεχή μεταβολή που υποστήριζε ο Ηράκλειτος, οι Ελεατικοί φιλόσοφοι Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος, Παρμενίδης ο Ελεάτης και Ζήνων ο Ελεάτης, υποστηρίζουν την στασιμότητα και την ενότητα όλων των όντων. Κατά την διδασκαλία τους, ισχύει ότι «όλα εν» και «εν το παν» και, επιπλέον, ότι καθετί εντός του κόσμου είναι δημιούργημα του ανθρώπου και όχι του τέλειου Θεού, ο οποίος απέχει.
Συγκεκριμένα, ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος τοποθέτησε στην κορυφή της πυραμίδας του σύμπαντος ένα ανώτατο όν, το οποίο κινούσε με την πνευματική δύναμή του τα πάντα. Πρόκειται για μία θεωρία που εισάγει την έννοια ενός Θεού, άλλου από τον άνθρωπο τόσο ως προς την μορφή όσο και ως προς τις ιδιότητες. Φτάνει μάλιστα στο σημείο να ταυτίσει τον ένα Θεό με όλο το σύμπαν. Αυτό το σύμπλεγμα Θεού και σύμπαντος το ονόμασε Όν.
Το Όν, ως μία αιώνια και αμετάβλητη ουσία καθορίζει την πραγματικότητα του κόσμου και του χρόνου. Εν συνεχεία, ο Παρμενίδης υποστηρίζει πως υπεράνω όλων υπάρχει το άφθαρτο Όν, δημιουργός όλων των επιμέρους όντων και το οποίο παραμένει αναλλοίωτο έξω από το χρόνο. Διαχωρίζει μάλιστα σε δύο κόσμους, τον κόσμο των φαινομένων, δημιουργία των ανθρώπων, και τον κόσμο της αλήθειας, που ήταν απρόσιτος για τον άνθρωπο. Ορίζει μία πρωτεύουσα και μία δευτερεύουσα πραγματικότητα. Η πρώτη θεωρεί πως είναι αδιαίρετη και αχρονική, ενώ ο κόσμος και ο χρόνος ανήκουν στην δευτερεύουσα φαινομενική πραγματικότητα. Στην ουσία, ανέπτυξε μία θεωρία σύμφωνα με την οποία για κάθε αντικείμενο υπάρχει μία ιδέα. Το είναι αντιστοιχεί στην πραγματικότητα, είναι ένα και αδιαφοροποίητο, ενώ το μη είναι δεν έχει οντότητα, καθώς δεν αντιστοιχεί σε κάποια ιδέα. Επιπλέον, το είναι αντιστοιχεί στο αιώνιο, αγέννητο και αμετάβλητο ως προς τις ιδιότητες, εν αντιθέσει με το μη είναι, που συνδέεται με την ανυπαρξία.
Η σκέψη μπορεί να ταυτιστεί με το είναι, καθώς αυτό το οποίο μπορεί κάποιος να σκεφτεί υπάρχει ως ιδέα, ως έννοια που αντιστοιχεί σε κάτι αισθητό.
Όσον αφορά στον χρόνο, θεωρώντας ότι «είναι» στο παρόν, αποφεύγει να τον ορίσει ως κάτι που ήταν ή που θα είναι και αυτό εξαιτίας της συνέχειάς του, ανεξάρτητα από τις χρονικές βαθμίδες που διαπερνά.
Ο μαθητής του ο Ζήνων, προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω, υποστήριζε ότι ο χρόνος, όπως και ο χώρος, μπορεί να διαιρεθεί σε άπειρα κομμάτια, θεωρώντας τον χρόνο απείρως πεπερασμένο. Με αυτήν την αντίληψή του στην ουσία αντιτασσόταν σε ένα περιορισμένο είναι ενώ παράλληλα ανοίγεται στο άπειρο και τις δυνατότητές του, θεωρώντας πως ό,τι δεν μπορεί να εξηγηθεί από τη λογική αποτελεί επί της ουσίας πλάνη. Έτσι, ο χρόνος είναι πλήρης από αντιφάσεις και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δεν μπορεί να είναι πραγματικός. Για τον Ζήνωνα η πραγματικότητα είναι το ένα και μοναδικό όν.
Ο Εμπεδοκλής έκανε και αυτός λόγο για την αλήθεια ως άλλη από τον περιβάλλοντα κόσμο, ο οποίος χαρακτηρίζεται από πολυμορφία και δύο αντίθετες δυνάμεις, την Αγάπη και την Εχθρότητα. Η κοσμοθεωρία του συνδυάζει τόσο την ιδέα της σταθερότητας όσο και την ιδέα της συνεχούς κίνησης και αλλαγής. Η Αγάπη, από τη μια, συνέχει και συγκρατεί τα όντα, ενώ αντίθετα η Εχθρότητα είναι η αιτία της παρακμής, της διασποράς και του αφανισμού .Μάλιστα θεωρεί την Αγάπη θεά που προσδίδει την αρμονία στο σύμπαν και εξασφαλίζει την τάξη. Επίσης, ο Εμπεδοκλής εκφέρει λόγο και για την αθανασία της ψυχής και την κατάσταση της μακαριότητας στην οποία ζούσε, προτού να αμαρτήσει, οπότε και φυλακίστηκε στο σώμα.
Αργότερα, οι σοφιστές με τις δόξες τους, έρχονται να ταράξουν τα νερά, διατυπώνοντας την άποψη ότι δεν υπάρχει μία αντικειμενική αλήθεια, αλλά πολλές αντικειμενικές γνώμες. Θεωρώντας ότι δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, ερμηνεύουν καθετί ως διαρκώς μεταβαλλόμενο. Ο Πρωταγόρας θέτει στο κέντρο του κόσμου και της ιστορίας τον ίδιο τον άνθρωπο, δημιουργώντας έτσι μία τελείως ανθρωποκεντρική αντίληψη της ιστορίας. Κάθε γνώση ήταν γι’ αυτόν απλώς μια κρίση. Η θεωρία αυτή προβάλλει την ισότητα. Αμέσως μετά, ο Σωκράτης μεταβάλλει την ανθρωποκεντρική αυτή αντίληψη σε ανθρωπολογική, θέτοντας τον άνθρωπο υποκείμενο του σύμπαντος, αλλά διατηρώντας την παντοδυναμία του χρόνου και της ιστορίας ως παράγοντες οντολογικούς. Εν συνεχεία, ο μαθητής του, ο Πλάτωνας, διακρίνει τον αεικίνητο υλικό κόσμο των όντων από τον άυλο αθάνατο κόσμο των ιδεών, θέτοντας ως κορυφαία ιδέα αυτήν του Αγαθού. Τέλος, ο μαθητής του Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης, προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω, διακρίνει την αντικειμενική πραγματικότητα των εν ενεργεία όντων που βρίσκονται στον κόσμο από την εν δυνάμει προτεραία κατάστασή τους. /////
1ΙΩ.ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ, Ελληνισμός και Χριστιανισμός, (Αθήνα 2003), σελ.93. 2
Ο Ορφέας ήταν ο πρώτος που ασχολήθηκε με το κοσμολογικό ζήτημα στα μουσικά του ποιήματα γνωστά ως Ορφικά. «Τὸ θείον μήτε ἀρχήν ἒχον, μήτε τελευτήν. Πρεσβύτερον τῶν ὄντων Θεός ἀγέννητον γἀρ» (Θαλής, 624 π.Χ.). Η άποψη αυτή του Θαλή θέλει πάνω από όλα τα όντα, αυτό που ο ίδιος ονομάζει Θεό και το οποίο δεν έχει ούτε αρχή, ούτε τέλος και σύμφωνα με την ρήση του δεν έχει γεννηθεί, δηλαδή δεν έχει δημιουργηθεί, αλλά στέκεται ακίνητο και αΐδιο. ΟΥΙΛΙΑΜ ΣΑΧΑΚΙΑΝ, Ιστορία της Φιλοσοφίας, (Αθήνα 1979), σελ. 34. 5ΔΙΟΓΕΝΗΣ Ο ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Βίοι Φιλοσόφων.σοφώτατον χρόνος ἀνευρίσκει γάρ πάντα. ////
Αντί να μένουν στα τοοοσα φλασάκια, καλό είναι να τα δημοσιοποιούμε να δραπετεύουμε για λίγο με τη σκέψη μας. Παίζει ρόλο στη σφαιρικότητά μας και την εμβρίθεια μας, για την αντιμετώπιση των υπαρκτών θεμάτων μας. BLOOG
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου